Saturday 29 October 2016

Den rike mannen og Lasarus

Denne søndagen hører vi lignelsen om den rike mannen og Lasarus (Lukas 16, 19-31). Jeg har oversatt til norsk en kort preken over denne lignelsen jeg ga på gresk i fjor:

Αυτή η παραβολή, αγαπητοί μου αδελφοί, σαν όλες τις παραβολές του Κυρίου, έχει πάρα πολλά νοήματα – ηθικά, προφητικά και θεολογικά. Μιλάει τόσο για την εσωτερική πνευματική μας ζωή όσο και για τις εξωτερικές μας πράξεις. Τώρα όμως, θα ήθελα απλώς να θέσω δύο ερωτήματα: Ποια ήταν η αμαρτία του πλουσίου που είχε ως αποτέλεσμα να πάει στον Άδη, και ποια ή αρετή του Λαζάρου που τον οδήγησε στον παράδεισο μαζί με τον Αβραάμ μετά το θάνατο;  
Η απάντηση μας βρίσκεται λοιπόν στην αρχή της παραβολής. Από την μία έχουμε τον πλούσιο που είναι ανώνυμος, ενώ από την άλλη έχουμε το φτωχό ο οποίος ονομάζεται Λάζαρος. Το όνομα αυτό, που σημαίνει “Ο Θεός είναι η βοήθειά μου’’, δεν δόθηκε τυχαία από τον Κύριο, αλλά σκοπός ήταν να υπογραμμίσει την ουσία της παραβολής. 
Ο Λάζαρος δεν σώθηκε μόνο γιατί ήταν φτωχός, αλλά σώθηκε, όπως καταλαβαίνουμε και από το όνομά του, γιατί αντιλήφθηκε μέσα στις δυσκολίες του ότι ο μόνος βοηθός του, η μόνη του ελπίδα, η μόνη του ανακούφιση ήταν ο Θεός.  
Ο πλούσιος λοιπόν, δεν χάθηκε απλώς γιατί ήταν άνθρωπος με πολλά λεφτά, αλλά λόγω της έλλειψης συμπόνιας και συμπαράστασης στον πλησίον του, η οποία ήταν αποτέλεσμα μιας ζωής βασισμένης πάνω στα πάθη και την ηδονή, και όχι στον Θεό. Παρόλο που έβλεπε τον Λάζαρο κάθε μέρα εκεί, έξω από την πόρτα του, να υποφέρει και να πεινά ήταν σαν να μην τον έβλεπε. Ήταν εντελώς αδιάφορος για την άσχημη κατάσταση στην οποία βρισκόταν. 
Δια της κακής χρήσεως του πλούτου του, δια της φιλαυτίας του, έχασε ο πλούσιος την ικανότητα να γνωρίζει την ύπαρξη του άλλου. Σαν να υπήρχε ένα χάσμα μεταξύ εκείνου και του διπλανού του. Και αυτό το χάσμα της φιλαυτίας φέρει ο πλούσιος μαζί του στην αιωνιότητα.  
Εκεί στον Άδη, είδε ο πλούσιος τον Λάζαρο που ήταν στον παράδεισο, όπως τον έβλεπε καθημερινά έξω από την πόρτα του. Αλλά δεν μπορούσε να πάει εκεί, ούτε και να έρθει κανένας από εκεί κοντά του, γιατί όπως του εξήγησε ο Αβραάμ, “μεταξὺ ἡμῶν καὶ ὑμῶν χάσμα μέγα ἐστήρικται.” Όταν ήταν ακόμα στη ζωή, αυτό το χάσμα που δημιούργησε ο ίδιος μεταξύ του εαυτού του και του Λαζάρου, θα μπορούσε να γεφυρωθεί με την μετάνοια. Αλλά τώρα, μετά το θάνατο, έχει στερεωθεί στην αιωνιότητα.  
Αυτό είναι ο θάνατος – αυτή η διαχώριση. Ο σωματικός θάνατος είναι η διάλυση της ψυχής από το σώμα, και ο πνευματικός θάνατος η διαχώριση μας από τον Θεό και τους αδελφούς μας. Η απομόνωση αυτή είναι τα βάσανα της κολάσεως. 
Η σωτηρία, από την άλλη πλευρά, είναι η ζωή. Είναι η ένωση μας με τον Θεό και με τους αδερφούς μας. Είναι η ανάσταση που ενώνει ξανά την ψυχή μας με το σώμα. 
Μακάρι να μας ανοίξει ο Θεός τα μάτια μας να δούμε τον πλησίον μας στην ανάγκη του και να κλείσουμε αυτό το χάσμα που έχουμε δημιουργήσει μεταξύ μας, ούτως ώστε να μην μας ακολουθήσει στην αιωνιότητα όταν θα έρθει και η δική μας ώρα να φύγουμε από αυτό τον κόσμο, αλλά να βρούμε και εμείς ανάπαυση εν κόλποις Αβραάμ. 
Αμήν. 
Norsk oversettelse:
Denne lignelsen, mine kjære søsken, som med alle Herrens lignelser, har mange betydninger – etiske, praktiske og teologiske. Den taler både om vårt indre åndelige liv, og om våre utvendige gjerninger. Men her ønsker jeg bare å stille to spørsmål: Hva var synden til den rike mannen som førte til at han havnet i dødsriket, og hva var dyden til Lasarus som etter døden førte ham til paradis sammen med Abraham? 
Svaret finner vi i begynnelsen av lignelsen. På den ene hånd ser vi den rike mannen som er anonym, mens vi på den andre ser den fattige som heter Lasarus. Dette navnet, som betyr «Gud er min hjelp», ble ikke gitt ham av Herren tilfeldig, men for å understreke lignelsens betydning. 
Lasarus ble ikke frelst bare fordi han var fattig, men, som vi forstår også fra navnet hans, fordi han utifra sine vansker forsto at Gud var hans eneste hjelp, hans eneste håp, hans eneste trøst. 
Den rike mannen, derimot, gikk ikke tapt fordi han hadde mye penger, men på grunn av hans mangel på medfølelse og sympati for sin neste, som var en følge av et liv basert på lidenskaper og nytelse, og ikke på Gud. Til tross for at han hver dag så Lasarus utenfor sin dør i smerte og sult, var det som om han ikke så ham. Han var fullstendig likegyldig ovenfor den forferdelige tilstanden han befant seg i. 
Ved misbruk av sin rikdom, ved sin egoisme, hadde den rike mannen mistet evnet til å kjenne den andres eksistens. Det var som om det var en dyp kløft mellom han og sin neste. Og denne egoismens kløft bærer den rike mannen med seg inn i evigheten. 
Fra dødsriket ser den rike mannen Lasraus som var i paradis, slik han hadde sett ham hver dan utenfor sin dør. Men han kunne ikke komme seg dit, og heller ikke kunne en derifra nærme seg ham, fordi, slik Abraham forklarte, «det er lagt en dyp kløft mellom oss og dere.» Når han fortsatt var i live, kunne denne kløften som han selv hadde lagt mellom seg og Lasarus ha blitt lukket ved omvendelsen. Men nå, etter døden, hadde den blitt eviggjort. 
Dette er døden – denne separasjonen. Kjødelig død er sjelens atskillelse fra legemet, og åndelig død består av vår separasjon fra Gud og våre søsken. Denne isolasjonen utgjør helvetes pine. 
Frelsen, på andre hånd, er livet. Det er vår forenelse med Gud og våre søsken. Det er oppstandelsen som igjen forener vår sjel med vårt legeme. 
Måtte Herren åpne våre øyne så vi kan se vår neste i sin nød og lukke kløften vi har lagt mellom oss, slik at den ikke følger oss inn i evigheten når det også er vår tid til å forlate denne verden, men så vi også finner hvile i Abrahams fang. 
Amen.

No comments:

Post a Comment